Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

ΕΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ


Έτος 1919.

Εις τας 6 Μαρτίου ανεχώρησα δια στρατιώτης εις τας 8 Μαρτίου ενεδύθην εις τα στρατιωτικά. Εις τας 21 Μαρτίου απεσπάσθην από το 3/40 σύνταγμα Ευξώνων δια το σύνταγμα σκαμπανέων. Εις τας 28 Μαρτίου πήρα κανονικήν άδεια 15ημέρας. Εις τας 18 Απριλίου επέστρεψα από άδειαν. Εις τας 28 Απριλίου αποστολή δια την Πρέβεζαν, 1ην Μαΐου φθάνουμε εις Πρέβεζαν. Εις τας 18 Μαΐου αναχωρούμεν δια Αθήνας και εις τας 21 Μαίου φθάνουμε εις το Ρούφ. Ήμην εις τον 3ον λόχον. Εις τας 2 Ιουλίου αναχωρούμεν εν Αθηνών σιδηροδρομικώς δια Θες/νίκην φθάνοντες εις τας 3 εις το 1ον τάγμα μετόπισθεν εις τον 2ον λόχον.
Εις τας 23 Ιουλίου αναχωρούμεν από Θες/νίκη δια Σμύρνην και εις τας 25 φθάνομεν. Εις τας 31 αναχωρούμεν δια Δικελί φθάνοντας εις διλοχίαν Αρ/γος αποσπώμαι εις 2ον λόχον.
Εις τας 2 Αυγούστου φεύγουμεν από Δικελό και πηγαίνουμε εις το 14ον χλμ όπου έμεινα μέχρι τας 23 Αυγούστου. Από εκεί πηγαίνομεν έξωθεν Περγάμου δια κατασκευήν γέφυρας εις τας 29 Αυγούστου συνεκεντρώθη η διλοχία εις Πέργαμον και παρέμεινεν 2 ημέρας.
Από Πέργαμον επήγαμεν εις το 16ον χλμ. Εις τας 4 Νοεμβρίου επήγαμε εις τα φυλάκια του 6ου Συντάγματος εις τον 6ον λόχον δια χαρακώματα και από εκεί επήγαμεν εις τον 5ον λόχον δια συρματοπλέγματα και εφύγαμεν εις τας 17 Νοεμβρίου και επήγαμεν εις Νουντερλί και εκάθησα μέχρι την παραμονήν των Χριστουγέννων. Την 26η βαρέως ασθενής εις Νοσοκομείουν Περγάμου. Την ημέραν του Αγίου Βασιλείου (1920) διακομίζομαι δια νοσοκομείου Δικελί και παραμένω μέχρις τας 2 Φεβρουαρίου. Εξέρχομαι και πηγαίνω εις λόχον όστις ευρίσκετο εις Πέργαμον. Εις τας 2 Απριλίου εορτάζομε και το Πάσχα και ασθενών βαρέως πηγαίνω εκ δευτέρου εις νοσοκομείον.
Εις τας 17 Απριλίου εγένετο η προέλασις και διακομίζομαι εις νοσοκομείον Δικελί. Εξέρχομαι εις την 1η Μαίου και πηγαίνω εις Πέργαμον και ευρίσκω τον λόχον.
Εις τας 9 Ιουλίου εβαδίσαμεν ένα ημερονύκτιο δια το σώμα και εγυρίσαμεν και ήλθαμεν εις Πέργαμον και εκκινήσαμεν εις τας 12 και επήγαμεν εις Αδρομύτιον και επήγαμεν εις τας 20 Ιουλίου την πρωίαν. Και φεύγομεν και από εκεί σιδηροδρομικώς φθάνουμε εις Βουσουρλού και από εκεί εις Μιχαλίτσι. Από Μιχαλίτσι εις Κρεμαστή. Εις Προύσσαν επήγαμεν εις τας 23 Αυγούστου.
Εις τας 10 Οκτωβρίου πηγαίνω φυλάκιον έξω της Προύσσης και εις τας 15 Οκτωβρίου έγινε η προέλασις δια Αϊνιγκιόλ και οποσθοχωρήσαμεν εις Κεστέλ.
Εις τας 23 Οκτωβρίου επήγα εις κτηνιατρεία Αη-Σου. Εκάθησα εις Αη-Σου μέχρι την παραμονήν των Χριστουγέννων και από εκεί εγένετο Δευτέρα προέλασις και πηγαίνω εις κτηνιάτρείο τις Προύσσαν και κάθημαι εις Προύσσαν μέχρι τας 14 Φεβρουαρίου 1921. Εις τας 14 ασθενώ ελαφρώς και πηγαίνω εις νοσοκομείον Προύσσης και διαμένω 8 ημέρας.
Εις τας 23 Φεβρουαρίου επρόκειτον δια τρίτην επιχείρηση και διαλύεται το κτηνιατρικό και πηγαίνω εις Σουσουρλού εις τον λόχον και παραμένω μέχρι εις τας 9 Μαρτίου και έγινεν η επιχείρηση και εφθάσαμεν μέχρι Ακ-Μπουρνάρ και οπισθοχωρούμεν και φθάνομεν εντός μιας ημέρας εις τα σύνορα της Προύσσης και εφθάσαμε το Μέγα Πάσχα (1921) εις κωρίον Καλντζικίοι και οχωρώσαμεν τον τομέα της Μεραρχίας.
Εις τας 29 Ιουνίου ήρχισεν η επιχείρηση από τα Τούγκαρα μετά πολλών κόπων και βασάνων επεράσαμεν αριστερά της Κιουτάχειας και εις τας 5 Ιουλίου καταλαμβάνεται το Εσκί-Σεχήρ και καταυλιζόμεθα έξωθεν της πόλεως και η μάχη εγίνετο μανιώδης δια να μας καταλάβουν οι εχθροί το Εσκί-Σεχήρ και μας βάλαν πυρά πυροβολικού εντός του καταυλισμού και εις τα βαγόνια του σιδηροδρόμου. Μετά από πολύωρον μάχην τους τρέψαμεν εις φυγή και προχωρούμεν 40 χλμ προς την Άγκυραν.
Εβαδίζαμεν εις πεδιάδα αμμώδη και χωρίς νερό. Έπειτα έρχεται η Μεραρχία έξωθεν του Εσκί-Σεχήρ και εκαθήσαμεν. Εις τας 19 Ιουλίου έρχεται ο λόχος μας πλησίον Προύσσης εις γέφυραν Χασάν-Πασά και εκαθήσαμεν και εκάναμεν την γέφυραν.
Εις τας 4 Δεκεμβρίου 1921 επήγαμεν απόσπασμα εις Αρπά-Τερί κλπ χωριά. Εις τας 3 Απριλίου (1922) εορτάσαμεν το Πάσχα. Εις τας 20 Απριλίου εκίνησεν ο λόχος-απόσπασμα και επήγαμεν εις μερικά χωριά του Ταχτά-Κιουπρού, εις Αρσάκισι, εις Καματσία και εις την χαράδρα του Σουλίου και από εκεί επήγαμεν εις τας 7 Μαΐου εις κωμόπολιν Τσουσανλή.
Εις τας 22 Μαΐου εκινήσαμεν και επεράσαμεν το Εσέν αι επήγαμεν εις κωμόπολιν Κελεό. Εις τας 29 εφύγαμεν από Κελεό και εφθάσαμε εις τας 30 Μαΐου εις Χασάν-Πασά.
Εις τας 30 Ιουνίου εφύγαμεν και επήγαμεν εις το εργοστάσιον Σοφρούν-Λαρ. Εις τας 1 Αυγούστου οι Τούρκοι έκαμαν γενική επίθεσιν καθ’ όλον το μέτωπον.
Εις τας 14 Αυγούστου επήγαμεν εις Ακ-Καλιά και εις τας 17 εκαταστρέψαμεν την σιδηροδρομική γραμμή μέχρι Εσκί-Σεχήρ. Εις τας 18 εφθάσαμεν εις Αϊνί-Ονου. Εις τας 19 ο λόχος προφυλακής εις τα υψώματα του άνω χωρίου. Εις τας 20 εφθάσαμεν πλησίον Κουβαλίτσης. Εις τας 21 εφθάσαμεν εις Καράκιου. Εις τας 22 εις Χασάν-Πασά.

(κι εδώ γράφονται τα πρώτα τετράστηχα)

Όλοι λαμβάνουν γράμματα
κι επιστολές διαβάζουν,
κι εμένα τα ματάκια μου
από μακριά κοιτάζουν..

Τέσσερες μήνες γράμμα σας
έχω για να διαβάσω,
σαν βρύση τα ματάκια μου
κοντεύω να τα χάσω..

Γονείς δεν έχω ΄γω
πατέρα και μητέρα,
και κλαίνε τα ματάκια μου
την νύχτα και την μέρα…

Γονείς μου τι παράπονα
έχετε εις τον υιόν σας,
θ’ αναστενάζω μια φορά
δεν θα μ’ έχετε στο πλευρό σας…

Εις τας 23 Αυγούστου 1922 δια νυκτός εφθάσαμεν εις Κεστέλ. Εις τας 24 εφθάσαμεν εις Τούγκαρα, εις τας 26 εφθάσαμεν εις Μπαλκιου. Εις τας 28 εφθάσαμεν εις Μιχαλίτσι.
Εις τας 1 Σεπτεμβρίου εφθάσαμεν εις Πάνορμον, εις τας 2 εις Ατράκιου και εις τας 3 αποβιβαστήκαμεν εις το πλοίον και εφθάσαμεν εις τας 4 εις Ραιδεστόν και παραμείναμεν μέχρις εις τας 9. Στις 11 φθάσαμεν εις σταθμόν Μαρασλή και επήγαμεν εις Τσιρέ και εκάναμεν χαρακώματα μέχρις εις τας 1 Οκτωβρίου 1922. Εις τας 30 Οκτωβρίου εφθάσαμεν εις Τιρολόη, εις τας 4 εφθάσαμεν εις Τσερλίκισι, εις τα 8 εις Χαρισόπολιν, εις τας 12 εις Ονούν-Κιουπρού, εις τας 17 εφθάσαμεν εις Διδυμότειχον, εις τας 18 εις Κιολακλή, επροσκοληθήκαμεν εις την VII διλοχίαν και εκαθήσαμεν μέχρις εις τας 27 Οκτωβρίου 1922.
Εις τας 28 επήγαμεν εις την διλοχίαν Ανδριανουπόλεως εις χωρίον Γίζια, εις τας 24 Νοεμβρίου εκινήσαμεν δια Κιουρτζή-Κίου και εφθάσαμεν εις τας 27. Εις τας 29 εκινήσαμεν δια Γίζια και εις τας 6 Δεκεμβρίου επήγαμεν εις Κάραζα.
Εις τας 27 Δεκεμβρίου επήγαμεν εις χωρίον Μαράσια. Εις τας 10 Απριλίου 1923 επήγαμεν πλησίον Τσερέκιου προς κατασκευήν οδού. Εις τας 15 Ιουλίου επήγαμεν εις Μαραζί και εις τας 29 απολύθημεν.

(ενδιάμεσα στο ημερολόγιο εγγράφονται τα τετράστιχα που ακολουθούν)

Ανάθεμα την τύχη μου
που ‘μια τραυματισμένος,
η σφαίρα ήλθε στο πόδι μου
κι είμαι σαν πεθαμένος

Παρά που είμαι στην ζωή
κι όλο στεναχωρούμαι,
γονείς αδέλφια συγγενείς
για να με θυμηθούνε..

Γράμματα έστειλα πολλά
απ΄ την Μικρά Ασία,
μα πιο πολλά σας έστειλα
απ’ την Μακεδονία…

Εγώ πια απελπίστηκα
δεν έχω πια γονήδες,
δεν θέλανε για να με δουν
και να ‘χανε φροντίδες…

Λεβέντης ήρθα στον στρατό
θα φύγω χτικιασμένος,
μέρα και νύχτα στην γραμμή
δεν ήμουν μαθημένος….

Πολλές φορές λογάριασα
για να λιποτακτήσω,
και σκέφθηκα τ’ αδέρφια μου
που δεν μπορούν να ζήσουν.

Βρε έρμο στρατιωτικό
τ’ έχεις και με παιδεύεις,
και λιώνεις το κορμάκι μου
δίχως φωτιά το καίγεις…

Τι την’ θες τέτοια ζωή
τι μ’ οφελεί κι αν ζήσω,
τα νειάτα μου εις τον στρατό
για να τα χαραμίσω?

Σας στέλνω χαιρετίσματα
δυο φύλλα μενεξέδες,
και περιμένω απάντηση
σε πεντέξι μέρες…

Εσύ αυτού μαραίνεσαι
κι εγώ εδώ λυπούμαι,
πότε θα σμίξουμε τα δυο
τα πάθη μας να πούμε?

Γράμμα στα χέρια που θα πας
να ξέρεις να μιλήσεις,
να πάρεις χαιρετίσματα
και πίσω να γυρίσεις.

Χαρτί στα χέρια που θα πας
σκύψε να τα φιλήσεις,
κι αν σ’ ερωτήσουν δι εμέ
ηξεύρεις ν’ απαντήσεις…

Δεν γράφω περισσότερα
γιατί πονεί η καρδιά μου,
και το χαρτί εβράχηκε
από τα δάκρυά μου…

Σφραγίζω την επιστολή
και πάει η ομιλία,
και την καλή αντάμωση
να δώσει η Παναγία…

Τι να σας πω μωρέ παιδιά
δεν εβαρέθηκα άλλο,
παρά την ψείρα το κακό
που ‘ναι πολύ μεγάλο.

Επήγα για να κοιμηθώ
τα μάτια μου το βράδυ,
μισή κουβέρτα μου ‘δωσαν
και μέσα στο σκοτάδι.

Δεν πρόφτασα να κοιμηθώ
τα μάτια μου να κλείσω,
βγήκαν οι ψείρες σύνταγμα
για να τις απαριθμήσω.

Άλλη να βγαίνει στο κορμί
κι άλλη στην αμασχάλη,
αναστενάζω θλιβερά
για του στρατού το χάλι

Τάγματα και συντάγματα
λόχοι και μεραρχίες,
κάνουν εις το κορμάκι μου
γυμνάσια οι ψείρες.

Την πλάτη μου την έχουνε
ως μέγα καφενείο,
συνάζονται οι στρατηγοί
και κάνουν συνεδρίο..

Δεν μας ένοιαζε για πόλεμο
ούτε και για πορείες,
όσο που εβαρέθηκα
τις φτερωτές τις ψείρες.

Είχαν και χαρακώματα
εις το κορμί απάνω,
τρίχες και βαθουλώματα
και πώς να τις ξεχάσω..

Αμέσως εδιάταξα
τα πέντε πολυβόλα,
πέφτουν οι ψείρες σαν βροχή
μαζί και ασφυξιογόνα…

Χιλιάδες εβδομήντα δυο
φονεύω σε μια ώρα,
κι όμως δεν σωθήκανε
της ψείρας τα ασκέρια..

Η ψείρα όταν ένιωσε
τέτοια πανωλεθρία,
απόλυσε τους κληρωτούς
κι όλη την εφεδρεία..

Μάνα μου δεν φοβήθηκα
οβίδες και κανόνια,
παρά μάνα φοβήθηκα
τις ψείρες και τα χιόνια..

Τετράστιχα από την κατάληψη της Μαγνησίας (16 Οκτωβρίου 1921)

Στης Μαγνησίας τα βουνά
στα εύμορφα λιβάδια,
εβγήκε ο Χαλίτ Πασάς
με όλα τα παληκάρια

Εβγήκε με απόφαση
εμάς να πολεμήσει,
κι έτσι το εκαυχήθηκε
πως θα μας ενικήσει

Εβγήκε το έκτο σύνταγμα
το ξακουστό Αρ/γους,
εκείνο που κατέστρεψε
τους Γερμανοβουλγάρους

Μήνας ήταν Ιούνιος
νύχτα με το φεγγάρι,
ολοταχώς ετρέχαμε
πολίτες και φαντάροι.

Φθάσαμε στο γλυκοχάραμα
που η πούλια βασιλεύει,
εις το τσιφλίκι του Πασά
που με το ασκέρι μένει.

Τους ζώσαμε από παντού
κι αρχίνησεν η μάχη,
και ο Χαλίτ κατάλαβε
ελπίδες πως δεν έχει..

Δεν πρόλαβε ο παλικαράς
τίποτε για να κάνει,
γιατί από το σώμα του
θα φύγει το κεφάλι.

Που ‘ναι οι αντάρτες κι ο Χαλίτ
κανένας πια δεν μένει,
στης Μαγνησίας τα βουνά
κανένας δεν θα μείνει.

Χαλίτ Πασά πως το ‘παθες
με τα καμώματά σου
πάνε οι υποσχέσεις σου
πάνε τα ψέματά σου…

Εσύ που υποσχέθηκες
παρέλαση να κάμεις,
στη Μαγνησία για να μπεις
σαν άξιο παλικάρι..

Πάνε τα μεγαλεία σου
πάνε τα όνειρά σου,
το ήλπιζες οι Έλληνες
να λούσουν τα μαλλιά σου

Τ ο ήλπιζες στην κλίνη σου
την χρυσοκεντημένη,
ο Έλληνας για τσάϊ σου
μπαρούτι να σου φέρει.

Το ‘λπιζες το κεφάλι σου
το περηφανεμένο,
να το πετά ο Έλληνας
στη λάσπη κυλισμένο.

Το πίστευες στον ύπνο σου
το ‘λπιζε η καρδιά σου,
να σου χαλάσουν Έλληνες
τα εύμορφα όνειρά σου.

Γιατί ποτέ δεν το ‘λπιζες
της άμυνας τ’ ασκέρι,
για μια ώρα πόλεμο
το τέλος σου να φέρει.

Παναθεμάστε Έλληνες
να φάτε τα μυαλά σας,
μου κόψατε τον ύπνο μου
μες στα ξενυχτίσματά μου .

Που ‘σαι γλυκιά χανούμισσα
που ‘σαι γλυκό μου ταίρι,
την τελευταία μου στιγμή
σώσε με από μαχαίρι..

Για το γνήσιο της αντιγραφής απο το χειρόγραφο
Χαρ. Γιακουβάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου