Τελευταίοι Πιστοί σε έναν κόσμο, που οδηγείται στην Αθεΐα και διαλέγει σαν είδωλό του τον φρικτό Μολώχ, νοιώθουμε παντοδύναμο μέσα μας, τις Άγιες αυτές Ημέρες, το κάλεσμα της Φυλετικής ψυχής, το κάλεσμα του Ανίκητου Ηλίου.
Στην εποχή της “υλοκρατίας” που ζει η τωρινή ανθρωπότητα, βυθισμένη στην δίνη της κερδοσκοπίας, του συμφέροντος και της ισοπεδωτικής διεθνοποίησης, οι γιορτές αυτές κρατούν το υπολειπόμενο μυστικό νόημα της ύπαρξης, και πέρα από την εμπορευματοποίησή τους διατηρούν άσβεστη την φλόγα της παράδοσης, της θρησκευτικής μέθεξης, μιας αιώνιας εσωτερικής χαράς. Οι ψίθυροι του αρχέγονου παρελθόντος μένουν ασίγαστοι, άσχετα από τον επαχθή υλιστικό τρόπο της προκατ-πλαστικοποιημένης εποχής μας, κι ακόμα ο Άνθρωπος νοιώθει πως αναζητάει την επαφή με την Αιωνία πηγή της Αρμονίας, της Υγείας και της Ομορφιάς.Καμμία συνωμοσία ή άθλια σκοπιμότητα οποιουδήποτε μισανθρώπου δεν στάθηκε ικανή να ξεριζώσει το μύχιο και τρίσβαθο ρεύμα της Ιερής Παράδοσης.
Χειμερινό Ηλιοστάσιο, η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου, η στιγμή της ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ
Της επιστροφής του Φωτοδότη Πατέρα της Ζωής, που λατρεύτηκε με πάθος μέσα στους αιώνες πότε σαν Απόλλωνας Μουσηγέτης, Αλεξίκακος και Εκδικητής και πότε σαν Άη-Γιώργης Τροπαιοφόρος και Δρακοκτόνος, προστάτης του Πεζικού μας, κεντημένος με χρυσή κλωστή πάνω στις Τιμημένες Πολεμικές Σημαίες των Συνταγμάτων του αιματοβαμμένου Πεζικού του Δοξασμένου Στρατού μας. Χειμερινό Ηλιοστάσιο, η ημέρα του Ανίκητου Ηλίου, ο Σωτήρας του κόσμου γεννιέται την στιγμή ακριβώς που στον σκοτεινό ορίζοντα εμφανίζεται το σημείο της Παρθένου. Χειμερινό Ηλιοστάσιο, ο Σωτήρας του κόσμου, ο Αιώνιος Ήρωας γεννιέται. Το Φως νικά το σκοτάδι, η ελπίδα ξαναγεννιέται στις καρδιές των ανθρώπων και μία νέα μάχη αρχίζει.Ο τροχός του Ηλίου αρχίζει και πάλι να γυρνά φέρνοντας τον άνθρωπο πιο κοντά στη ζωή, παρά στον θάνατο. Το κακό εξορκίζεται και οι δαιμονικές μορφές απομακρύνονται μακριά από την οργή της ιεράς πυράς, που καίει στην Εστία κάθε τιμημένης κατοικίας σε όλη τη διάρκεια των Αγίων αυτών ημερών.
————
ΤΟ ΣΑΪΤΕΜΑ
Και χαμήλωσες, ω Φοίβε, από τα ύψη
των Ολύμπων των αγνών
προς του χαύνου την πατρίδα,
προς τη χώρα των οκνών.
Κ’ έπαιξες τη λύρα, ανάβρυσμα
παναρμονικών πηγών!
Λόγια σ’ απαντήσανε βαρήκοων
και περίγελα τυφλών.
Τότε, σα να γύρευες την πλάση
να λυτρώσης από μόλυσμα,
κι απ’ τ’ ακάθαρτα όλα τον αέρα,
έριξες τη λύρα, κ’ έγινες
σαϊτευτής, και τα σαΐτεψες
των ανοήτων τα κοπάδια πέρα ως πέρα!
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Χ.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου