Θεοφάνης Μαλκίδης
Η αφετηρία της παρουσίας του Ελληνισμού που ζούσε στο Οθωμανικό κράτος, στη σημερινή Τουρκία, ξεκινά από το μύθο και καταλήγει στην ιστορική πραγματικότητα, εδώ και χιλιάδες χρόνια.
Σε όλες τις χρονικές περιόδους οι Έλληνες είχαν πάντοτε κεντρικό ρόλο, στην φιλοσοφία, στις τέχνες, στις επιστήμες, στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή.
Η κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς το 1453, ήταν οι σφαγές, οι λεηλασίες και ο βίαιος εξισλαμισμός, η φυγή προς τη δυτική Ευρώπη και τις παραδουνάβιες χώρες, τη Ρωσία.
Οι Έλληνες αντιμετώπισαν τραγικές στιγμές, όταν πραγματοποιούνται ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών και η βία κυριαρχεί παντού. Ανάμεσα στους πληθυσμούς που εξισλαμίστηκαν παρατηρήθηκε και το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού.
Από τις αρχές του 18ου αιώνα οι Έλληνες άρχισεαν να ξαναριζώνουν στην πατρίδα τους και στις αρχές του 20ου αιώνα οι Έλληνες ήταν πάνω από 2.600.000.
Η ανάπτυξη αυτή θα διακοπεί μετά την απόφαση από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς για τη γενοκτονία.
Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνων ξεκινά το 1908 και κρατά μέχρι την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η δεύτερη περίοδος ξεκίνησε το 1915 και ολοκληρώνεται το 1918. Το Οθωμανικό κράτος βρίσκεται σε πόλεμο με τις δυνάμεις της Αντάντ και η υλοποίηση του οργανωμένου σχεδίου φαίνεται πιο εύκολη.
Η περίοδος 1919-1923 αποτελεί την τρίτη, τελευταία και πιο έντονη φάση γενοκτονίας, με την εδραίωση του Μουσταφά Κεμάλ στο οθωμανικό εσωτερικό.
Τα τάγματα εργασίας, οι μαζικές δολοφονίες, οι εξορίες, η δίωξη παιδιών και γυναικών, η εξόντωση της ηγεσίας, είχαν σαν αποτέλεσμα να εξαφανισθεί ο μισός πληθυσμός των Ελλήνων του Πόντου.
Τον επίλογο της γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων Ελλήνων. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία υπολείμματα της γενοκτονίας. Σύντομα πολλοί θα αναζητήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στο εξωτερικό, ενώ σε λιγότερο από τη χρονική περίοδο μίας γενιάς αρκετοί θα ξαναγίνουν πρόσφυγες με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Εκεί στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης θα ξαναβρούν τους συγγενείς τους και συμπολίτες τους και θα μάθουν για την τύχη των αγνοούμενων μετά τη γενοκτονία.
Η εκρίζωση αυτή των Ελλήνων είναι από τα πρωτοφανή εγκλήματα στην ανθρώπινη ιστορία. Ύστερα από 27 αιώνες ζωής παρουσίας και προσφοράς ένα κομμάτι ενός ιστορικού έθνους εκριζώθηκε αφήνοντας πατρογονικές εστίες, εκκλησίες, τάφους προγόνων και κατέφυγε στις ακτές της Ελλάδος. Στον Πόντο παρέμειναν μόνο μέχρι σήμερα οι Ποντιόφωνοι εξισλαμισμένοι.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου την ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα το 1919, ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία».
Μέχρι σήμερα την γενοκτονία των Ελλήνων έχει αναγνωρίσει η Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Βουλή της Σουηδίας, η Βουλή της Νότιας Αυστραλίας καθώς και πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Την υπόθεση έχει απασχολήσει τον ΟΗΕ, τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σήμερα που άλλοι λαοί υφίστανται νέες γενοκτονίες πρέπει να γίνει το πρώτο βήμα για την αναγνώριση του εγκλήματος της γενοκτονίας των Ελλήνων, ενώ παράλληλα το τουρκικό κράτος οφείλει να αναλάβει την ευθύνη για τη γενοκτονία των Ελλήνων.
Κάθε λαός έχει δικαίωμα στη μνήμη, έχει το δικαίωμα να απαιτεί με επιμονή την επίσημη αναγνώριση από τις αρχές των εγκλημάτων και αδικιών που διαπράχτηκαν σε βάρος του. Όσο μεγαλύτερη είναι η αδικία, όσο περισσότερο χρόνο αποκρύφτηκαν τα γεγονότα, τόσο πιο έντονη είναι η επιθυμία για μια τέτοια αναγνώριση. Αναγνώριση η οποία είναι ένας ουσιαστικός τρόπος πάλης ενάντια στη μάστιγα της γενοκτονίας, αναγνώριση που αποτελεί μία επιβεβαίωση του δικαιώματος του ελληνικού λαού να γίνει σεβαστή η ύπαρξή του σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και την ιστορία.
Η αφετηρία της παρουσίας του Ελληνισμού που ζούσε στο Οθωμανικό κράτος, στη σημερινή Τουρκία, ξεκινά από το μύθο και καταλήγει στην ιστορική πραγματικότητα, εδώ και χιλιάδες χρόνια.
Σε όλες τις χρονικές περιόδους οι Έλληνες είχαν πάντοτε κεντρικό ρόλο, στην φιλοσοφία, στις τέχνες, στις επιστήμες, στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή.
Η κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς το 1453, ήταν οι σφαγές, οι λεηλασίες και ο βίαιος εξισλαμισμός, η φυγή προς τη δυτική Ευρώπη και τις παραδουνάβιες χώρες, τη Ρωσία.
Οι Έλληνες αντιμετώπισαν τραγικές στιγμές, όταν πραγματοποιούνται ομαδικοί εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών και η βία κυριαρχεί παντού. Ανάμεσα στους πληθυσμούς που εξισλαμίστηκαν παρατηρήθηκε και το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού.
Από τις αρχές του 18ου αιώνα οι Έλληνες άρχισεαν να ξαναριζώνουν στην πατρίδα τους και στις αρχές του 20ου αιώνα οι Έλληνες ήταν πάνω από 2.600.000.
Η ανάπτυξη αυτή θα διακοπεί μετά την απόφαση από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς για τη γενοκτονία.
Η πρώτη φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνων ξεκινά το 1908 και κρατά μέχρι την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η δεύτερη περίοδος ξεκίνησε το 1915 και ολοκληρώνεται το 1918. Το Οθωμανικό κράτος βρίσκεται σε πόλεμο με τις δυνάμεις της Αντάντ και η υλοποίηση του οργανωμένου σχεδίου φαίνεται πιο εύκολη.
Η περίοδος 1919-1923 αποτελεί την τρίτη, τελευταία και πιο έντονη φάση γενοκτονίας, με την εδραίωση του Μουσταφά Κεμάλ στο οθωμανικό εσωτερικό.
Τα τάγματα εργασίας, οι μαζικές δολοφονίες, οι εξορίες, η δίωξη παιδιών και γυναικών, η εξόντωση της ηγεσίας, είχαν σαν αποτέλεσμα να εξαφανισθεί ο μισός πληθυσμός των Ελλήνων του Πόντου.
Τον επίλογο της γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων Ελλήνων. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία υπολείμματα της γενοκτονίας. Σύντομα πολλοί θα αναζητήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στο εξωτερικό, ενώ σε λιγότερο από τη χρονική περίοδο μίας γενιάς αρκετοί θα ξαναγίνουν πρόσφυγες με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Εκεί στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης θα ξαναβρούν τους συγγενείς τους και συμπολίτες τους και θα μάθουν για την τύχη των αγνοούμενων μετά τη γενοκτονία.
Η εκρίζωση αυτή των Ελλήνων είναι από τα πρωτοφανή εγκλήματα στην ανθρώπινη ιστορία. Ύστερα από 27 αιώνες ζωής παρουσίας και προσφοράς ένα κομμάτι ενός ιστορικού έθνους εκριζώθηκε αφήνοντας πατρογονικές εστίες, εκκλησίες, τάφους προγόνων και κατέφυγε στις ακτές της Ελλάδος. Στον Πόντο παρέμειναν μόνο μέχρι σήμερα οι Ποντιόφωνοι εξισλαμισμένοι.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου την ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα το 1919, ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία».
Μέχρι σήμερα την γενοκτονία των Ελλήνων έχει αναγνωρίσει η Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Βουλή της Σουηδίας, η Βουλή της Νότιας Αυστραλίας καθώς και πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Την υπόθεση έχει απασχολήσει τον ΟΗΕ, τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σήμερα που άλλοι λαοί υφίστανται νέες γενοκτονίες πρέπει να γίνει το πρώτο βήμα για την αναγνώριση του εγκλήματος της γενοκτονίας των Ελλήνων, ενώ παράλληλα το τουρκικό κράτος οφείλει να αναλάβει την ευθύνη για τη γενοκτονία των Ελλήνων.
Κάθε λαός έχει δικαίωμα στη μνήμη, έχει το δικαίωμα να απαιτεί με επιμονή την επίσημη αναγνώριση από τις αρχές των εγκλημάτων και αδικιών που διαπράχτηκαν σε βάρος του. Όσο μεγαλύτερη είναι η αδικία, όσο περισσότερο χρόνο αποκρύφτηκαν τα γεγονότα, τόσο πιο έντονη είναι η επιθυμία για μια τέτοια αναγνώριση. Αναγνώριση η οποία είναι ένας ουσιαστικός τρόπος πάλης ενάντια στη μάστιγα της γενοκτονίας, αναγνώριση που αποτελεί μία επιβεβαίωση του δικαιώματος του ελληνικού λαού να γίνει σεβαστή η ύπαρξή του σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και την ιστορία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου