Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

«…Σε μιαν εποχή που πασχίζει να μιλάει μόνο για την μάζα, η σωτηρία μας είναι ότι κάποια πρόσωπα συνεχίζουν ακατανίκητα σαν οχυρά»
Είναι ολοφάνερη η ιδεολογικοπολιτική ανάγκη να διευρύνουμε τον ορίζοντα της ελευθερίας της σκέψης μας, αναζητώντας συστηματικά τις απόψεις, τις τοποθετήσεις, τα βιώματα και τους αξιακούς κώδικες των στοχαστών της Αληθινής Ευρώπης και να συλλέξουμε με την μέγιστη εφικτή λεπτομέρεια το έργο τους, καθώς αυτό δεν συμπεριλήφθηκε στην ολότητά του από τους εμπαθείς κι εχθρικούς μεταπολεμικούς σχολιαστές. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στην ιχνηλάτηση όλων των πνευματικών συνδέσμων και των ηθικών τους εκφάνσεων, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν από το έργο των «καταραμένων» στοχαστών της Αληθινής Ευρώπης, ώστε να αναπλάσουμε το μαγικό και σωτήριό του υφάδι μέσα από την ιστορία και τον θρύλο.
Ο διάσημος συντηρητικός Γάλλος αντιφασίστας και αντιρατσιστής λογοτέχνης Πωλ Κλωντέλ μας προσφέρει μιαν εξαιρετικά χρήσιμη κυνική διαπίστωση γράφοντας στο βιβλίο του «Προχειροφτιαγμένες μνήμες»: «…ο άνθρωπος είναι μια ακατέργαστη ύλη, πάνω στην οποία πρέπει να θέσουμε τ’ αναγκαία ερωτήματα, ώστε να πάρουμε απ’ αυτόν ότι μπορεί να μας προσφέρει. Είναι συνεπώς ασήμαντη μικρολογία να μεμφόμαστε την εκμετάλλευση του ανθρώπου, αντίθετα ο άνθρωπος είναι ένα ον που ζητεί να το εκμεταλλευθούν» (1954). Η συγκεκριμένη δήλωση του … δημοκράτη Γάλλου «ακαδημαϊκού» αποτυπώνει με ωμότητα την φιλοσοφική πεμπτουσία των επικριτών, των κατηγόρων της Αληθινής Ευρώπης, των ανθρώπων που απέρριψαν και καταδίκασαν τους «καταραμένους» αμφισβητίες του Μεσοπολέμου.
Στον αντίποδα αυτής της φλεγματικής απανθρωπιάς και της συναίνεσης στην ανομία, στέκει το ρωμαλέο όραμα του «κολασμένου» αυτόχειρα Ντρυ Λα Ροσέλ, που θεωρεί τον άνθρωπο ως «ον που αναζητεί τον εαυτό του» απηχώντας την δελφική επιταγή «γνώθι σ’ αυτόν» : Στα κείμενα και στις νουβέλες του, οι πρωταγωνιστές του είναι άνθρωποι που επάγουν διαρκώς σκληρά ερωτήματα στον εαυτό τους, αντιμετωπίζουν αγέρωχα ποικίλα υπαρξιακά διλήμματα αναπροσαρμόζοντας ακατάπαυστα την καθημερινότητά τους δίχως επιφύλαξη, έως ότου γινόμενοι «Πρόσωπα» ανακαλύψουν την καθοριστική πορεία της ζωής τους, την οποία και ακολουθούν ανεπιφύλακτα ως τον θάνατο. Οι νιτσεϊκοί αριστοκράτες του Λα Ροσέλ περιφρονούν και υπερβαίνουν την «ακατέργαστη ύλη» του κάθε Κλωντέλ, αντιμέτωποι με το πεπρωμένο γεμάτοι περηφάνια κι αποφασιστικότητα. Στα έργα του «Νέος Ευρωπαίος», «Ο ιππέας», «Ο Δικτάτωρ» και «Φωσφορισμός των βάλτων» ο Λα Ροσέλ μας προσφέρει ολοζώντανους τους ασυμβίβαστους ήρωές του : από τον Αλαίν του «Φωσφορισμού των βάλτων» που αυτοκτονεί απογοητευμένος από την αθλιότητα και την ανικανότητα που τον περικυκλώνει, ως τον νεαρό επαναστάτη στον «Νέο Ευρωπαίο» που ολοκληρώνει την αναζήτησή του σπεύδοντας να πολεμήσει στην Ισπανία μέσα από τις τάξεις των εθνικιστών στον εκεί φονικό εμφύλιο.
Αυτοί οι ήρωες κονιορτοποιούν την φημισμένη φράση του Μαρξ που αποπροσωποποιεί ολότελα τον άνθρωπο θεωρώντας τον «εργαλείο της ιστορίας». Αυτή η αρρωστημένη θεώρηση αποδίδει πυρηνικά, όχι μόνο την μαρξιστική άποψη αλλά και την άποψη όλων των μηχανιστών «ιδεολόγων» του κάθε φτηνιάρικου υλισμού. Αυτοί οι …διανοούμενοι απαλλάσσουν τον άνθρωπο από την «προσωπική» του ευθύνη, απαλείφοντας την ιδιαιτερότητα του διαφορισμού μεταξύ των ανθρώπων, που τελικά κινούνται δήθεν μόνο από οικονομικές και ενστικτώδεις δυνάμεις, ως εργαλεία της ιστορίας ή ως ζωώδη ενεργούμενα των επιθυμιών (βλ. ψυχαναλυτικές και πολλές κοινωνιολογικές σχολές υλιστικής κατεύθυνσης). Σ’ αυτήν την δαιμονική και αντιιστορική ρητορική οι ήρωες του Λα Ροσέλ και των άλλων συναγωνιστών του στοχαστών, απάντησαν : «…ο άνθρωπος είναι αυτό που θέλει να είναι, αυτό για το οποίο προετοιμάστηκε να προσπαθήσει να είναι, πορευόμενος στον δρόμο της ελευθερίας του».
Ο νομπελίστας ιατροφιλόσοφος και λογοτέχνης Αλέξις Καρέλ, επίσης «καταραμένος» του Μεσοπολέμου, γράφει προφητικά στο περίφημο βιβλίο του «Άνθρωπος αυτός ο άγνωστος» : «…είναι αναγκαίο να επιστρέψουμε στο ανθρώπινο ον την προσωπικότητά του, η οποία σήμερα έχει αφαιρεθεί από την ανθρώπινη ζωή. Τα φύλα πρέπει πάλι να καθοριστούν ξεκάθαρα. Επιπλέον, έχει σημασία ο άνθρωπος ν΄ αναπτυχθεί μέσα στον ξεχωριστό και πολλαπλό πλούτο των δραστηριοτήτων του».
Είτε το κατανοούν και το αποκρύπτουν, είτε αδυνατούν να το αντιληφθούν οι πάτρωνες και απολογητές του μεταπολεμικού μαζανθρώπου, η θέληση των ξεχωριστών προσώπων συνεχίζει να λειτουργεί ως κομβικός πόλος της παγκόσμιας ιστορίας Αυτά σφραγίζουν την εξέλιξη της ιστορίας και εξοβελίζουν το προεξαγγελμένο από τους εξουσιαστές τέλος της. Όπως γράφει ο αείμνηστος Ερνστ Γιούνγκερ στην «Στρογγυλή Τράπεζα»: «…Σε μιαν εποχή που πασχίζει να μιλάει μόνο για την μάζα, η σωτηρία μας είναι ότι κάποια πρόσωπα συνεχίζουν ακατανίκητα σαν οχυρά. Τίποτα δεν μπορεί να πετύχει εναντίον τους».
Εδώ αξίζει ν’ αναφερθεί και η άποψη του Γάλλου «προσωποκράτη» (περσοναλιστή) φιλοσόφου Εμμανουέλ Μουνιέ, (ο οποίος υπήρξε αντικαπιταλιστής και αντικομουνιστής, δίχως όμως να είναι φασίστας, ούτε καν φιλοφασίστας), εκδότη του περιοδικού «Η ελευθερία του πνεύματος» όπου γράφει χαρακτηριστικά: «Ο μόνος συμβιβασμός, η μόνη δέσμευση που αξίζει είναι εκείνη την οποία υιοθετεί κάποιος απέναντι του εαυτού του, η συμφωνία με τον ίδιο του τον εαυτό. Η μεγαλειώδης εκπλήρωση του εαυτού και του μοναδικού αναντικατάστατου πεπρωμένου του».
Ο δαφνοστεφανωμένος Άγγλος ποιητής Άλφρεντ Τέννυσον έγραψε «..Γιά να μιλήσουμε στους θεούς πρόσωπο με πρόσωπο, πρέπει επιτέλους ν’ αποκτήσουμε ένα πρόσωπο…» Ο Διδάσκαλος Έβολα τοποθετεί το «Πρόσωπο» υπεράνω κάθε άλλης αξίας, συμπεριλαμβανομένου ακόμη και του κράτους. Στο έργο του «Άνθρωποι και ερείπια» εξισώνει την βαρύτητα των δύο εννοιών, επισημαίνοντας όμως ως πρόταγμα ότι, το «γνώθι σ΄ αυτόν», η αναζήτηση του εαυτού και η σχηματοποίηση του προσώπου, αποτελούν την υψηλότερη έκφανση των αξιών «πίστη» και «ύφος». Στους «Προσανατολισμούς» επισημαίνει χαρακτηριστικά :  «Απέναντι σ’ ένα σάπιο κόσμο που έχει για αρχή του ¨κάνε αυτό που φαίνεται ότι κάνεις¨ ή επίσης ¨πρώτα το στομάχι και το δέρμα κι΄ ύστερα το ήθος¨ ή επίσης ¨αυτοί δεν είναι καιροί στους οποίους επιτρέπεται η πολυτέλεια να έχεις ένα χαρακτήρα¨ ή τελικά ¨έχω μιαν οικογένεια να θρέψω¨, αντιτιθέμαστε ξεκάθαρα και σταθερά σε τέτοιες μορφές συμπεριφοράς. Δεν μπορούμε να δράσουμε με άλλη μορφή. Αυτός είναι ο δικός μας δρόμος, η δική μας μορφή ύπαρξης!». Αυτή η ακλόνητη πίστη προς τον εαυτό του είναι το μόνο εχέγγυο το οποίο αξίζει να σέβεται ο άνθρωπος, τιμώντας συνακόλουθα τις επιλογές του με συνέπεια. Αυτή η πίστη «προς εαυτόν» αποτελεί το ύπατο ηθικό καθήκον στον άνθρωπο του φασισμού. Όταν ξεκινήσει την περιπέτεια της ζωής του οφείλει να αποκοπεί από τα μετόπισθεν, να λησμονήσει την οπισθοχώρηση, να καταστρέψει τις γέφυρες της οπισθοδρόμησης, να πυρπολήσει τα πλοία της διαφυγής.
Στον φασιστικό χώρο των ιδεών η έννοια «Τιμή» και η έννοια «Πίστη» είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και αλληλένδετες, ενέχουν μια χαλύβδινη αμφιμονοσήμαντη ταυτοσημία. Ο Όσβαλντ Σπένγκλερ γράφει χαρακτηριστικά «Η τιμή είναι ζήτημα αίματος, όχι αντίληψης … δεν αντανακλάται σε κάποιον, γιατί όταν αντανακλάται τότε αυτός είναι ήδη άτιμος». Ο λακωνικός αφορισμός του βαθυστόχαστου φιλόσοφου διαλύει οριστικά την συνήθη σύγχυση του μέσου σύγχρονου ανθρώπου μεταξύ τιμής και «υπόληψης», που δρα ως αντιμεταβιβαστικός ετεροπροσδιορισμός των «ατόμων» προς άλλα «άτομα» και βέβαια δεν διαθέτει καμιά ουσιώδη σχέση με την τιμή.
Στον πολιτισμό της Αληθινής Ευρώπης η έννοια «Τιμή» και η έννοια «Πίστη» τιμώνται και θαυμάζονται ως εξαίρετες αρετές. Η αισθητική μεταγραφή αυτού του μύχιου θαυμασμού αντανακλά χαρακτηριστικά στο έργο του Αλφόνς ντε Σατωμπριάν «Η δέσμη των δυνάμεων», όπου εκφράζει αναμφίβολα και απερίφραστα τον σεβασμό και την χαρά του παρατηρώντας τους άψογους σχηματισμούς και την αρρενωπή ρώμη των ανδρών της «Μαύρης φρουράς» των SS, που έφεραν χαραγμένο στην ζώνη τους το σύνθημα της φρουράς : «Η τιμή μας ονομάζεται πίστη».
Ο Έβολα περιφρονεί ως «ηθικούς νάνους» εκείνους που μετέπλασαν την έννοια της τιμής σ’ ένα συμπεριφορικό κέλυφος, σ’ ένα αφηρημένο αίτημα με μονοδιάστατη χρησιμοθηρική έκφραση αστικού υποκριτικού καθωσπρεπισμού, το οποίο στερείται ολότελα κάθε πνευματικό και ηθικό περιεχόμενο. Η τιμή αποτελεί ύψιστο αγαθό που κατακτάται και διατηρείται με αγώνα: εκείνος που παραμένει πιστός στον εαυτό του, στην ομάδα των συναγωνιστών του, εκείνος που είναι ξένος κι εχθρός της δουλικότητας, που μισεί αθεράπευτα την προδοσία και θεωρεί την ζωή ως καθήκον κι όχι καταναγκαστική υποτέλεια, εκείνος είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει την αξία της τιμής.
Η πίστη και η τιμή έχουν υπερλογικό χαρακτήρα, οπότε εκείνοι που αποδέχτηκαν ως θεμελιώδη νόμο τον ορθολογισμό, αδυνατούν ολότελα να τις συλλάβουν και να τις κατανοήσουν. Γι’ αυτήν την θλιβερή κατηγορία ανθρώπων η πίστη είναι δουλικότητα και η τιμή καθαρή φαντασία. Κάθε κοινωνία που αποποιείται αυτές τις ύπατες αξίες και τις εξοβελίζει, όπως και όποια κοινωνία τις μεταπλάθει σε άψυχα, χάρτινα σκευάσματα μιας κούφιας ρητορικής, τείνουν προοδευτικά να καταστούν κοινωνίες σε διάλυση όπου το χάος αρχίζει να υποκαθιστά την τάξη, διαλύεται ο παραδοσιακός κοινωνικός ιστός και διασπείρεται μια ύπουλη αποκτήνωση.
Οι επιμέρους αξίες του πνευματικού οικοδομήματος της Αληθινής Ευρώπης που περιγράφηκαν παραπάνω είναι αξίες που ικριώνουν και διαφοροποιούν μια ξεχωριστή ηθική αντίληψη, διαφοροποιώντας ταυτόχρονα τους ανθρώπους μεταξύ τους. Η ανεύρεσή τους και η κατανόησή τους εξηγούν σαφέστατα την κάθετη απόρριψη που προβάλλουν ενάντια στην αστική εξισωτική ψευτοδημοκρατία (που αντιστοιχίζει κι εξισώνει τον άνθρωπο με την ψήφο), καθώς και στον μαρξιστικό σοσιαλισμό (που εξισώνει τον άνθρωπο μ’ ένα άτομο – παραγωγικό εξάρτημα της συλλογικής κρατικής μηχανής).
Για τους λογοτέχνες και τους στοχαστές του φασισμού δεν μπορεί να υπάρξει περισσότερη ισότητα από εκείνη που υφίσταται μεταξύ των ελευθέρων ανθρώπων, με την ελευθερία αντιληπτή ως «συμφωνία προς το είδος» και «υπακοή σ’ έναν ανώτερο ρυθμό». Ο όρος ισότητα και ο όρος ελευθερία που ανάγονται άμεσα στην αρχαία Ελλάδα, είναι ριζωμένοι στην Αθήνα και στην Σπάρτη, στις θρυλικές Πολιτείες των Ομοίων, ενώ στην μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας κατέκλυσαν πολυσήμαντα τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό. Οι διάφοροι συγγραφείς και στοχαστές της Αληθινής Ευρώπης στους οποίους αναφερόμαστε, τοποθετήθηκαν θαρραλέα και απροκάλυπτα απέναντι στα θεμελιώδη κοινωνικά προβλήματα με πλήρη αφομοίωση της ουσίας αυτών των όρων, τους ενσωμάτωσαν στο έργο τους και τους προσέφεραν νέες αισθητικές μορφοποιήσεις.
Σ’ αυτούς τους ίδιους όρους, αλλά και στον λεπτομερή τους ανακαθορισμό είναι αναγκαίο να βρούμε την κοινωνική διάσταση, την κοινωνική οπτική του επαναστατικού εθνικισμού. Να την προβάλλουμε ξεκαθαρισμένη στις αδιαφοροποίητες μάζες των ασφυκτικών σύγχρονων πόλεων, διαλύοντας τον αγοραίο «πολυπολιτισμικό» όχλο και συνεγείροντας τον αφυπνισμένο Λαό. Να σχηματοποιήσουμε μιαν «εμπρόσωπη και αρθρωμένη συλλογικότητα», όπως θαυμάσια εξέφρασε ο Ορτέγκα υ Γκασσέτ.
Ποιο χαρακτήρα και βαρύτητα έχει η απρόσωπη, αγελαία και άχρωμη μάζα στο φασιστικό φαινόμενο ; Μέσα από τον Νίτσε ο φασισμός περιφρόνησε τις μάζες και προσέγγισε λατρευτικά την Πολιτεία: «Δεν πιστεύω πως η μάζα αξίζει προσοχής παρά μόνο υπό τρείς απόψεις: ως διάχυτο αντίγραφο των μεγάλων ανδρών, ως αντίσταση αδρανείας που αντιμετωπίζουν οι μεγάλοι άνδρες και ως όργανό τους. Με τα υπόλοιπα ασχολούνται οι στατιστικές και ο διάβολος».
Χ.Α. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου